Ξέρεις για ποια λέω. Αυτή τη μισότελειωμένη οδοντόκρεμα, που έχεις εκεί στο μπάνιο. Που επειδή έχεις ξεχάσει να πάρεις καινούργια/βαριέσαι να βγάλεις το καινούργιο σωληνάριο/σε έχει πιάσει κρίση οικονομίας, τη ζουλάς κάθε φορά και κάθε φορά κάτι βγάζει, κάνεις τη δουλειά σου και πάλι την ξεχνάς. Και έρχεται η επόμενη φορά και πάλι το ίδιο. Μέχρι που συνειδητοποιείς το γελοίο της υπόθεσης και απλά φέρνεις την καινούργια οδοντόκρεμα, να πλένεις τα δόντια σου σαν άνθρωπος.

Μια τυπική μέρα.  Από τις εξήμιση το πρωί στο πόδι, να βάλω πλυντήριο ή να απλώσω το βραδινό, να ετοιμάσω τα ταπεράκια του κολατσιού και του μεσημεριανού για το σχολείο, να μαζέψω ξανά την κουζίνα, να αδειάσω πλυντήριο, να ετοιμαστώ εγώ, να ξυπνήσω τα παιδιά, να ετοιμαστούν και να φύγουμε. Όλο το πρωί στη δουλειά , στους δρόμους, στις υπηρεσίες, σε ουρές ή γράψιμο. Το μεσημερο-απόγευμα παραλαβή παιδιών από σχολείο, τάισμα, πότισμα, διάβασμα, λίγο παιχνίδι και φύγαμε για το γύρο των δραστηριοτήτων. Στο ενδιάμεσο μια γρήγορη βόλτα στο σούπερ μάρκετ ή σε κάποιο μαγαζί εδώ τριγύρω και αν είμαι τυχερή και προλάβω,  αρχίζω την προετοιμασία για το φαγητό της επομένης. Ακολουθεί παραλαβή από τις δραστηριότητες και επιστροφή στο σπίτι. Άντε, αλλαγή ρούχων, μπάνια, βραδινό, παραμύθι και ύπνος. Να τελειώσω το φαγητό της επομένης, πάλι μάζεμα η κουζίνα, γέμισμα πλυντηρίου πιάτων, να βάλω ένα πλυντήριο ρούχα. Να καθίσω λίγο να πω δυο κουβέντες με αυτό τον έρμο σύζυγο, που όλη μέρα λείπει και κάπου εκεί, όταν τα μάτια δεν κρατιούνται ούτε με τις οδοντογλυφίδες να πέσω για ύπνο.

Πονάει η πλάτη, πονούν τα χέρια, νυστάζω, έχω νεύρα, δεν θέλω να διαβάσω ούτε παραμύθια ούτε να μιλήσω με άνθρωπο. Θέλω απλά να πέσω στο κρεβάτι και να κοιμηθώ για τρεις μέρες στη σειρά, να ξυπνάω, να τρώω , να βλέπω σειρές ή να διαβάζω αστυνομικά σήκουελ και πάλι φαϊ και ύπνος.

Και τότε θυμάμαι την οδοντόκρεμα. Που τη ζουλάω λίγο παραπάνω. Και κάτι βγάζει. Και ξανά τη ζουλάω και πάλι κάτι βγάζει. Και νιώθω σαν  την οδοντόκρεμα αυτές τις μέρες της τρομερής κούρασης.
Εκεί που νομίζω ότι δεν έχω άλλο να πάω, λίγο σπρώξιμο και συνεχίζω. Και λίγο ακόμα και βλέπω ότι αντέχω (;). Και άντε να γίνει κι αυτή η δουλειά, μπορώ ακόμα.

Μάλλον είμαστε έτσι εμείς οι  μαμάδες. Σαν αυτά τα σωληνάρια τα άδεια, που όμως, κάτι έχουν ακόμα. Οι αντοχές που κάθε μέρα ανακαλύπτουμε ότι έχουμε , είναι μια διαρκής έκπληξη. Αυτά όλα που καταφέρνουμε να κάνουμε μέσα σε μια μόνο μέρα, πριν λίγα χρόνια μας φαίνονταν σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Κι εκεί που λέμε, δεν μπορώ άλλο, τα ‘χω παίξει, διαβάζουμε ένα ακόμα παραμύθι, παίζουμε άλλο ένα γύρο Μονόπολη ή βγάζουμε τη γαργαλομηχανή για να γεμίσει γέλια το σπίτι.
Η διαφορά μας με την οδοντόκρεμα (εκτός από την προφανή) είναι ότι οι μαμάδες είμαστε επαναγεμιζόμενες. Μια αγκαλιά από το μικράκι, ένας καλός λόγος από τον αγαπημένο, ένα μήνυμα από τη φίλη και γεμίζει πάλι το σωληνάριο και έχει να δώσει πολύ και πολλά η μαμά. Μέχρι να αδειάσει σχεδόν όλο και πάλι λίγο λίγο να ζουλάς και να βγαίνει. Και πάλι να γεμίζει. Ένας κύκλος χωρίς σταματημό, που είναι η ζωή.

Να μη ξεχνάω να αλλάζω την οδοντόκρεμα. Μην ξεχνάτε κι εσείς. Μαμάδες είμαστε, όχι σωληνάρια.

Σας φιλώ!

Leave A Comment

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *