Πριν λίγες εβδομάδες είδαμε με τον άντρα μου την ταινία Silence. Δεν ήξερα τι να περιμένω, σε αντίθεση με τον άντρα μου που ήταν πολύ ενθουσιώδης. Η υπόθεση της ταινίας αφορά τρεις Ιησουίτες μοναχούς, στην Ιαπωνία, το 17ο αιώνα, που γίνονταν μεγάλοι διωγμοί. Δυο Ιησουίτες μοναχοί ο father Rodrigues ( Άντριου Γκάρφιλντ) και ο father Garrpe (Άνταμ Ντράιβερ) , ξεκινούν από την Πορτογαλία, σε αναζήτηση του father Ferreirα ( Λίαμ Νήσον) , του οποίου τα ίχνη έχουν χαθεί και υπάρχει η υποψία πως έχει αποστατήσει. Φτάνοντας εκεί ο δυο μοναχοί, πέφτουν κυριολεκτικά στο στόμα του λύκου, αφού ύστερα από λίγο συλλαμβάνονται. Κι από εκεί ξεκινάει ο Γολγοθάς. Οι Γιαπωνέζοι ταλαιπωρούν με διάφορα βασανιστήρια, κυρίως ψυχολογικά , τον ιερέα προκειμένου να αποστατήσει. Βασανίζουν μπροστά του μέχρι θανάτου τους χριστιανούς Γιαπωνέζους και τον καλούν να αποστατήσει εκείνος, για να σωθούν οι υπόλοιποι.
Η ταινία αυτή λοιπόν με εξέπληξε. Αν και ο Σκορτσέζε ακόμα και στις ταινίες δράσης, έχει πάντα ηθικά μηνύματα, αυτή τη φορά εξεπλάγην.
Καταρχήν είναι μια ταινία πολύ δύσκολη. Είναι πολύ μεγάλη, πολύ αργή σε κάποια σημεία και γεμάτη νοήματα και προβληματισμούς , πολύ βαθείς για να τους επεξεργαστείς την ώρα που παρακολουθείς την ταινία.
Στην ταινία κυριαρχεί η σιωπή. Ξεκινάει με μια τρομερή σιωπή, ακόμα και όταν δείχνει εικόνες από τα βασανιστήρια. Και σε όλη τη διάρκεια του έργου, η βασική μουσική υπόκρουση είναι η σιωπή, οι μοναχικοί ήχοι της φύσης, ο ήχος της θάλασσας ή της φωτιάς. Κι όταν δεν έχει σιωπή, πολλές φορές εύχεσαι να είχε, γιατί τα βασανιστήρια και οι κραυγές των ανθρώπων , είναι πραγματικά φρικτά.
Κάποιες στιγμές ένιωθα ότι ήθελα κάτι να κάνω, να τον βοηθήσω, να γίνει κάτι που να σπάσει αυτή τη σιωπή του Θεού, εκείνες τις ώρες της μοναξιάς του.
Η λαχτάρα των απλών ανθρώπων, που ήταν κρυφά χριστιανοί και υποδέχτηκαν και έκρυψαν τους ιερείς, με έλεγξε και με συγκίνησε, ομολογώ. Ένιωσα να με ελέγχει αυτή η αφοσίωση και η αγάπη που έδειχναν, σε αυτό που τόσο είχαν στερηθεί, κάτι που εγώ το έχω απλόχερα και πολλές φορές δεν το εκτιμώ.
Δεν θα σας πω τι γίνεται στην ταινία. Θα σας πω μόνο τον προβληματισμό που μου δημιουργήθηκε από τότε που την είδα. Ο πιστός άνθρωπος καλείται να ζει και να ομολογεί την πίστη του στο Θεό, αλλά και να ευαγγελίζεται το μήνυμα της σωτηρίας, ο ίδιος ο Χριστός το έχει παραγγείλει αυτό. Κι όμως στην ταινία αυτό φαίνεται να αμφισβητείται. Τι έχει μεγαλύτερη αξία τελικά;Να σώσεις τη ζωή των πολλών και να κρύψεις βαθιά μέσα σου την πίστη σου ή να την ομολογήσεις και να μείνει σταθερός σε αυτήν; Και η πρώτη και η δεύτερη περίπτωση κρύβουν πολλούς κινδύνους. Σημαντικότερος ίσως της πρώτης περίπτωσης, που ικανοποιεί αυτή την ανάγκη της σύγχρονης, άθεης κοινωνίας μας, ώστε κάθε εκδήλωση πίστης, που δεν συμφωνεί με το ρεύμα της εποχής, πρέπει να μένει κρυμμένο, να μην ενοχλεί.
Από την άλλη μεριά, η μορφή του ανθρώπου που διαρκώς πέφτει στην ίδια αμαρτία, του ανθρώπου που είναι εντελώς αδύναμος και το ξέρει. Αλλά ακριβώς λόγω της γνώσης του γι’αυτή την αδυναμία του, ζητάει διαρκώς συγχώρηση, εξομολογείται όλη την ώρα, μόνο για να κάνει ξανά την ίδια αμαρτία. Είναι μια φοβερή φυσιογνωμία μέσα στην ταινία. Παρόλο που κάπου φαντάζει λίγο κωμική, εξαιτίας της υπερβολής, σκέψου πόσο ίδιοι είμαστε με αυτή τη φίγούρα του ανθρώπου…
Κανείς δεν μπορεί να ξέρει πώς θα κρίνει ο Θεός τον κάθε άνθρωπο. Κανείς δεν ξέρει κάθε άνθρωπος τι κρύβει βαθιά μέσα του. Και ποτέ δεν ξέρει κάποιος αν μέσα στο κάρβουνο δεν είναι κρυμμένο ένα διαμάντι.
Η ταινία αυτή είναι δύσκολη. Αλλά πιστεύω ότι όταν τη δει κανείς, θα βγει σίγουρα πολύ όμορφα προβληματισμένος.
Για μένα την παράσταση κλέβει αναμφισβήτητα ο Άντριου Γκάρφιλντ, με μια καθηλωτική ερμηνεία. Εξίσου καθηλωτικοί όμως είναι και όλοι οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές.
Σας τη συστήνω ανεπιφύλακτα λοιπόν! Και περιμένω να μοιραστείτε μαζί μου κι εσείς τους δικούς προβληματισμούς, που είμαι σίγουρη θα σας γεννήσει αυτή η ταινία.
Καλό Σαββατοκύριακο!
Σας φιλώ!