Εφτά χρονών κοριτσάκι εκείνη. Εφτά χρονών μαμά εγώ. Εφτά χρόνια που η ζωή μου άλλαξε εντελώς. Ήξερα τι σημαίνει μωρό. Δεν ήξερα όμως τι σημαίνει δικό σου μωρό.
Και τώρα, που μεγάλωσε εκείνη και μεγάλωσα κι εγώ, κοιτάω πίσω και καταλαβαίνω. Και νοσταλγώ. Κι ευγνωμονώ. Και θυμάμαι.
… Θυμάμαι την πρώτη φορά που μείναμε οι δυο μας. Την είχαν κρατήσει για μια μέρα στη μονάδα και πήγα να τη θηλάσω. Δεν έφαγε πολύ. Αλλά εγώ είχα μείνει εκεί, να την κοιτάω, μέσα στην αγκαλιά μου, να αναρωτιέμαι πώς είναι δυνατόν να έχω εγώ μωρό.
… Θυμάμαι την πρώτη φορά που χαμογέλασε. Μια φατσούλα απίστευτη.
… Θυμάμαι πόσο χάρηκα όταν είδα τα πρώτα μπουκλάκια στα μαλλάκια της.
… Θυμάμαι που χόρευε κρατώντας το φόρεμά της από την άκρη, σαν τη Χιονάτη.
… Θυμάμαι την πρώτη φορά που έφαγε φρουτόκρεμα. Ανυπομονούσα τόσο πολύ, που μετρούσα τις μέρες. Μια απογοήτευση: έφαγε μια μπουκιά και το έφτυσε. Από την επόμενη μέρα με αποζημίωσε όμως.
… Θυμάμαι που είχε πει μπαμπά, γιαγιά, Γιάνν’ (Γιάννη τον αδερφό μου) και δεν έλεγε μαμά. Για καιρό. Μμμμμ με φώναζε. Μέχρι που είπε και γω έκλαψα από χαρά. Εντάξει, από τότε δεν έχει σταματήσει κι έχω πει πολλές φορές, “πες και κανένα μπαμπά παιδί μου!”
Θυμάμαι πολλά. Αλλά μου αρέσει κι αυτή η δεσποινιδούλα που έχω κοντά μου τώρα. Που είναι και λίγο μωράκι, αλλά δεν το παραδέχεται, γιατί είναι μεγάλη πια.
Μου αρέσει πολύ. Όπως με αγκαλιάζει και με σφίγγει, σφιχτά σφιχτά και είναι πολύτιμες αυτές οι αγκαλιές, γιατί δεν έρχονται πάντα όταν τις θέλω. Κι ας με νευριάζει δέκα φορές τη μέρα. Κι ας χτενίζει τα μαλλιά μέσα στα μάτια της (ειλικρινά, αυτό δεν μπορώ να το καταλάβω). Κι ας τρώει στα κρυφά γλυκά. Κι ας τρέμει η ψυχή μου σε όλο αυτό το καινούργιο που ανοίγεται μπροστά της (μας).
Θυμάμαι πολλά. Αλλά μου αρέσει κι αυτή η δεσποινιδούλα που έχω κοντά μου τώρα. Που είναι και λίγο μωράκι, αλλά δεν το παραδέχεται, γιατί είναι μεγάλη πια.
Μου αρέσει πολύ. Όπως με αγκαλιάζει και με σφίγγει, σφιχτά σφιχτά και είναι πολύτιμες αυτές οι αγκαλιές, γιατί δεν έρχονται πάντα όταν τις θέλω. Κι ας με νευριάζει δέκα φορές τη μέρα. Κι ας χτενίζει τα μαλλιά μέσα στα μάτια της (ειλικρινά, αυτό δεν μπορώ να το καταλάβω). Κι ας τρώει στα κρυφά γλυκά. Κι ας τρέμει η ψυχή μου σε όλο αυτό το καινούργιο που ανοίγεται μπροστά της (μας).
Χρόνια πολλά ματάκια μου!
Να ζήσεις!
Η μάμα.